Του Βασίλη Σπυρόπουλου
Να με συγχωρεί η χάρη σας, αλλά με το αποτέλεσμα των χθεσινών βουλευτικών εκλογών, ίσως των πιο άχαρων των τελευταίων ετών, δεν θα ασχοληθώ. Θεωρώ ότι υπάρχουν άλλοι συνάδελφοι, καλύτεροι και εμπειρότεροι της αφεντομουτσουνάρας μου, που είναι σε θέση να σχολιάσουν την επόμενη μέρα για τους νικητές και τους ηττημένους, για τις εκπλήξεις και για το τι μέλλει γενέσθαι.
Ενώ ο καπνός δεν έχει κάτσει από χθες, η καθημερινότητα των περισσότερων εξ΄ημών παραμένει ζοφερή και αβέβαιη, καθώς η ακρίβεια, ιδίως στα είδη πρώτης ανάγκης, καλπάζει, η αισχροκέρδεια επίσης και η τσέπη μας αδειάζει από το πρώτο, κιόλας, δεκαήμερο του μήνα. Οι μισθοί και οι συντάξεις είναι καθηλωμένοι σε τραγικά επίπεδα για μια δεκαετία τουλάχιστον και η υποαμειβόμενη- μη δηλωμένη εργασία δίνει και παίρνει.
Την ίδια στιγμή, ο πρωτογενής τομέας της οικονομίας καρκινοβατεί και οι κυβερνώντες κορδώνονται για την αύξηση των εξαγωγών. Πως γίνεται σε μια χώρα, όπως η δική μας, όπου η γεωργία και η κτηνοτροφία έσωσαν κυριολεκτικά τον κόσμο σε τραγικές περιόδους, όπως στην Κατοχή, όταν οι κάτοικοι των πόλεων περίμεναν το πεσκέσι από το χωριό, η ενασχόληση με τα ζώα και τη γη να πετάγεται “στο πυρ το εξώτερον”;
Εύλογα θα ρωτήσετε: “Τι κάνει το κράτος για όλο αυτό το μπάχαλο;”. Δυστυχώς, νίπτει τας χειρας του, διότι, ως γνωστόν, “η ακρίβεια είναι εισαγόμενη, έχει σκεπάσει όλες τις χώρες της Ευρώπης και οι εργοδότες είναι φίλοι μας, δεν μπορούμε να τους ζητήσουμε μισθολογικές αυξήσεις”. Αυτά παθαίνει κανείς όταν έχει αφήσει στην άκρη τη γη και τα ζωντανά και ασχολείται μόνο με μαγαζιά και καφετέριες, τα πρώτα που πλήττονται από την (όποια) κρίση. Ισχυρή οικονομία είναι μια σωστά δομημένη οικονομία, που δεν περιμένει να την σώσουν οι εκτός, αλλά εργάζεται, παράγει και εξάγει μακροπρόθεσμα και όχι με την λογική της “αρπαχτής”.