Μετά από 80 χρόνια χωρίς ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, το κληρονομικό δίκαιο αλλάζει ριζικά με το νέο σχέδιο νόμου που παρουσιάστηκε την Τρίτη (02.12.2025) σε εκδήλωση του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Το προτεινόμενο πλαίσιο τροποποιεί θεμελιώδεις διατάξεις για τη διαθήκη, την εξ αδιαθέτου διαδοχή, τις αποποιήσεις και εισάγει για πρώτη φορά τον θεσμό των κληρονομικών συμβάσεων, προσαρμόζοντας τον νόμο στις σύγχρονες ανάγκες της ελληνικής οικογένειας.
Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της μεταρρύθμισης είναι η αναβάθμιση του ρόλου του/της συζύγου στην κληρονομιά, ενώ πλήρη εξομοίωση αποκτούν και οι σύντροφοι που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης—είτε ομόφυλοι είτε ετερόφυλοι. Για πρώτη φορά προβλέπονται δικαιώματα και για συντρόφους εκτός γάμου με συμβίωση άνω των τριών ετών, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι στενοί συγγενείς. Ο δικαιούχος θα πρέπει να καταθέτει αίτηση εντός τεσσάρων μηνών από τον θάνατο του συντρόφου, ενώ αποκτά και δικαίωμα διαμονής στο κοινό σπίτι για ένα έτος, με δυνατότητα παράτασης εφόσον υπάρχουν παιδιά.
Στις διαθήκες διατηρούνται οι ιδιόγραφες, αλλά πλέον ελέγχεται η γνησιότητά τους από συμβολαιογράφο και δύο μάρτυρες—ιδίως όταν προσκομίζονται αργότερα από παιδιά ή σύζυγο. Για πρώτη φορά επιτρέπεται η σύνταξη διαθήκης σε άτομα άνω των 16 ετών, ενώ άτομα με αναπηρίες στην ομιλία θα μπορούν να χρησιμοποιούν τεχνολογικά μέσα για τη σύνταξή της. Παράλληλα θεσπίζεται περιορισμός: απαγορεύεται η διαθήκη προς άτομα που εργάζονται ή διοικούν μονάδες όπου νοσηλεύεται ο διαθέτης. Εισάγεται, επίσης, ο θεσμός της αυτοδίκαιης κληρονομικής ανικανότητας σε περιπτώσεις ποινικών καταδικών για αδικήματα κατά της ζωής, υγείας ή γενετήσιας ελευθερίας του διαθέτη.
Στην εξ αδιαθέτου διαδοχή, αυξάνεται το ποσοστό του χήρου/χήρας στο 1/3 όταν υπάρχει ένα παιδί (παραμένει στο 1/4 για περισσότερα παιδιά), ενώ όταν δεν υπάρχουν απόγονοι ο σύζυγος κληρονομεί το σύνολο της περιουσίας. Αντίστοιχα δικαιώματα ισχύουν και για τα σύμφωνα συμβίωσης.
Ιδιαίτερα σημαντική καινοτομία αποτελούν οι κληρονομικές συμβάσεις, οι οποίες θεσμοθετούνται για πρώτη φορά. Η «σύμβαση λόγω θανάτου» επιτρέπει στον διαθέτη να ρυθμίζει εκ των προτέρων την τύχη της περιουσίας του χωρίς να χάνει τον έλεγχο όσο ζει, ενώ η «σύμβαση αποποίησης» δίνει σε έναν εν δυνάμει κληρονόμο τη δυνατότητα να δηλώσει ότι δεν επιθυμεί να λάβει μέρος της κληρονομιάς.
Σε ό,τι αφορά τις αποποιήσεις, το νέο πλαίσιο προβλέπει ότι τα χρέη του θανόντος δεν επιβαρύνουν τον κληρονόμο, αλλά εξοφλούνται αποκλειστικά από την κληρονομιαία περιουσία—ένα μέτρο που αναμένεται να μειώσει θεαματικά τις αποποιήσεις κληρονομιών και να απελευθερώσει μεγάλο αριθμό ακινήτων και επιχειρήσεων που παραμένουν ανενεργά.
Το σχέδιο νόμου θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση πριν από την κατάθεση στη Βουλή, ενώ θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες θεσμικές μεταρρυθμίσεις του οικογενειακού και ιδιωτικού δικαίου των τελευταίων δεκαετιών.




































































































