Του Γ. Κορωναίου
Η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη τη Μεγάλη Πέμπτη, στη Μητρόπολη Αθηνών για την Ακολουθία των Παθών χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, σηματοδοτεί τη νέα βάση πάνω στην οποία μπορούν να στηριχθούν οι σχέσεις Πολιτείας-Εκκλησίας. Είναι άλλη μια προσπάθεια για να αποκατασταθούν οι σχέσεις και να διακοπεί η “αιμοραγία” στη “Δεξιά του Κυρίου μετά το νόμο για την ισότητα στον γάμο.
Ήταν η δεύτερη απόπειρα “συμπόρευσης” κυβέρνησης-Εκκλησίας, μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στις δομές της Αρχιεπισκοπής στο Δήλεσι, προκειμένου να κλείσει εντελώς το ζήτημα κυβέρνηση-εκκλησία. Οι έρευνες κοινής γνώμης δείχνουν καθαρά πως σε κάποιες περιφέρειες, όπως στην Κεντρική και τη Δυτική Μακεδονία, στη Θεσσαλία και αλλού, η Νέα Δημοκρατία καταγράφει απώλειες. Για αυτό και οι υπουργοί που τις έχουν “αναλάβει” θα τις επισκεφθούν δύο και τρεις φορές, με στόχο να αφουγκραστούν την κατάσταση αλλά και για να μεταπείσουν αυτούς που έχουν “ξωκείλει” κυρίως λόγω του νομοσχεδίου για την ισότητα στον γάμο. Οι τελευταίες δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου πάντως, λειτούργησαν κατευναστικά, κλείνοντας το μέτωπο με την πολιτεία και διαχωρίζοντας τη θέση και το έργο του κάθε θεσμού.

Επίθεση στους πολιτικούς “εμπόρους της πίστης”
“Όσο για τους εμπόρους της πίστης, νομίζω ότι η Εκκλησία απάντησε πολύ καλύτερα από εμένα. Δεν χρειάζεται να προσθέσω τίποτα άλλο” είπε χαρακτηριστικά στη Βουλή ο κ. Μητσοτάκης. Στο Μαξίμου θεωρούν πως το κύμα της δεξιάς θα ανακοπεί τις επόμενες ημέρες και περιμένουν αυτό να επιβεβαιωθεί στις δημοσκοπήσεις που θα γίνουν μετά το Πάσχα. Οι κυβερνητικές διαρροές αναφέρουν ενθαρρυντικά ευρήματα που δείχνουν την Ελληνική Λύση να μην έχει δυναμική ανόδου στα ποσοστά της, αλλά και τη Νίκη να χάνει δυνάμεις.
Για τον κ. Μητσοτάκη οι ευρωεκλογές τς 9ης Ιουνίου είναι το “διαβατήριο σταθερότητας” για τη χωρα και παράλληλα “ψήφος εμπιστοσύνης” προς την κυβέρνησης για να συνεχίσει απρόσκοπτα την θητεία της με βασικό διακύβευμα την Αναθεώρηση του Συντάγματος στα μέτρα της σημερινής Νέας Δημοκρατίας, με τους πρώην πρωθυπουργούς Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά να μην ασπάζονται τις απόψεις του ιδίως στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.