Γράφει ο Σάββας Παυλίδης
Σε γόρδιο δεσμό μετατρέπεται ο εκλογικός νόμος και το ενδεχόμενο αλλαγής του για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τον πρωθυπουργό να δέχεται επί καθημερινής βάσεως αντικρουόμενες εισηγήσεις επί του θέματος, με φόντο φυσικά τις κάλπες του 2027.
Η όλη συζήτηση για αλλαγή του υπάρχοντος εκλογικού νόμου έχει ξεκινήσει λόγω του γεγονότος πως με τα παρόντα δεδομένα, μοιάζει πολύ δύσκολο η ΝΔ να μπορέσει να σχηματίσει για τρίτη συνεχόμενη φορά αυτοδύναμη κυβέρνηση. Αιτία ότι στις δημοσκοπήσεις μοιάζει ”παγιωμένη” σε ένα ποσοστό κοντά στο 30% ενώ εμπόδιο αποτελεί και ο αριθμός των κομμάτων που μοιάζουν φαβορί να μπουν στην επόμενη Βουλή.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δέχεται από συγκεκριμένους υπουργούς και συνεργάτες του εισηγήσεις να προχωρήσει σε αλλαγή του εκλογικού νόμου σε ότι αφορά το όριο εισόδου στην Βουλή. Θυμίζουμε πως από τις εκλογές του 1993, το όριο για την είσοδο ενός κόμματος στην Βουλή, τοποθετείται στο 3%. Συνεργάτες του πρωθυπουργού προτείνουν το όριο αυτό να ανέβει στο 4% ή 5%.
Ωστόσο ο ίδιος εμφανίζεται – επί του παρόντος – ολοφάνερα αντίθετος, θεωρώντας πως μία τέτοιου είδους κίνηση θα δημιουργήσει ακατάσχετη ”εκλογολογία” ενώ θα περάσει προς τα έξω την εικόνα μία ”φοβικής” κυβέρνηση που επεξεργάζεται αλλαγές στον εκλογικό νόμο προς όφελος της.
Τούτων δοθέντων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθαρίζει προς πάσα κατεύθυνση την πίστη του για αυτοδύναμη ΝΔ και το 2027, θεωρώντας πως όταν έρθει η ώρα της κάλπης εκείνη τη περίοδο, τα ποσοστά της ΝΔ θα είναι πολύ μεγαλύτερα από την τωρινή ”νεκρή” πολιτικά περίοδο. Συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός ”ποντάρει” στο γεγονός πως έως τότε η κυβέρνηση θα έχει να επιδείξει ένα ολοκληρωμένο έργο τετραετίας, ενώ στο Μαξίμου κρίνουν πως καθοριστικό ρόλο θα διαδραματίσει η τήρηση της δέσμευσης εκ μέρους του Κυριάκου Μητσοτάκη για την αύξηση του κατώτατου μισθού ο οποίος θα αγγίζει σε 3 χρόνια από σήμερα τα 950 ευρώ.