Δέκα χρόνια συμπληρώθηκαν από τον θάνατο του Σάκη Μπουλά, ενός από τους πιο πολυτάλαντους και αγαπητούς καλλιτέχνες της γενιάς του.
Στη μακρά καριέρα του, ο Σάκης Μπουλάς πέρα από ηθοποιός, υπήρξε τραγουδιστής, στιχουργός αλλά και τηλεπαρουσιαστής. Κυρίως όμως υπήρξε ιδιαίτερα αγαπητός στο ευρύ κοινό για τον χαρακτήρα του και το ξεχωριστό στυλ που διέθετε.
Γεννήθηκε στο Κιλκίς στις 11 Μαρτίου 1954, αλλά πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στον Πειραιά, απ’ όπου καταγόταν η οικογένειά του. Η οικογένεια του σχεδίαζε για εκείνον να ασχοληθεί με την δικηγορία, ωστόσο όντας ανήσυχο πνεύμα, δεν χωρούσε μέσα σε κοστούμια και τον κέρδισε ο καλλιτεχνικός δρόμος.
Ξεκίνησε την καλλιτεχνική του διαδρομή τη δεκαετία του ‘70 από τα εναλλακτικά μουσικά στέκια. Μαζί με τους Γιάννη Ζουγανέλη, Νικόλα Άσιμο, Θάνο Αδριανό και Περικλή Χαρβά, δημιούργησαν το πρώτο μουσικό καφενείο στην Ελλάδα με το όνομα «Σούσουρο», χρησιμοποιώντας τη φόρμα του γερμανικού πολιτικού καμπαρέ, όπου για πρώτη φορά συνδυάστηκε μουσική με θέατρο και διάφορα δρώμενα.
Συνέχισε στο «Αχ Μαρία» στα Εξάρχεια, τη θρυλική σκηνή όπου για δέκα χρόνια (1980-1990) λειτούργησε μια τρελή και ανατρεπτική παρέα με τον ίδιο, τον Γιάννη Ζουγανέλη, την Ισιδώρα Σιδέρη, τον Λάκη Παπαδόπουλο, τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τη Σοφία Βόσσου.
Το 1976 είχε την πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο, ως αφηγητής στο ιστορικό ντοκιμαντέρ του Συμεών Καπετανάκη «Αρκάδι 1866» κι ένα χρόνο αργότερα πρωτοεμφανίστηκε στην τηλεόραση, στην κωμική σειρά της ΕΡΤ «Μια υπέροχη γλωσσού», σε σκηνοθεσία Μήτσου Λυγίζου και σενάριο Δημήτρη Ψαθά. Άτομο με ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ, ο Σάκης Μπουλάς διακρίθηκε κυρίως σε κωμικούς ρόλους ως ηθοποιός. Στο θέατρο δεν πρόλαβε να παίξει, γιατί, όπως έλεγε χαριτολογώντας, «θα το κάνω όταν μεγαλώσω»!
Στον κινηματογράφο έπαιξε σε ταινίες όπως: «Ο Δράκουλας των Εξαρχείων» (1983), «Ντελίριο» (1983), «Η Αγάπη είναι ελέφαντας» (2000), «Λουκουμάδες με Μέλι» (2004) και «Ηθικόν Ακμαιότατον» (2005). Στην τηλεόραση αγαπήθηκε ιδιαίτερα από το μεγάλο κοινό για τις ερμηνείες του σε τηλεοπτικές σειρές, όπως: «Κουφώματα» (ΕΡΤ, 1988), «Δέκα λεπτά κήρυγμα» (Mega, 2000), «Σαββατογεννημένες» (Mega, 2003) και «Πενήντα – Πενήντα» (Mega, 2005). Διακρίθηκε, επίσης, στην παρουσίαση τηλεπαιγνιδιών στη χρυσή εποχή τους, τη δεκαετία του ‘90 («Κάνε ό,τι Κάνω», «Πάρτα Όλα»).
O Σάκης Μπουλάς ασχολήθηκε με επιτυχία και με το τραγούδι. Η προσωπική του δισκογραφία περιλαμβάνει πέντε δίσκους: «Μπουλάς – Ελλάς» με τις μεγάλες επιτυχίες «Μπανάκι Μανάκι» και «Το Φλασάκι» (1986), «Ας πρόσεχες (1987), «Ζαμανφού», (1992), «Έκθεση ιδεών» με τον Γιάννη Ζουγανέλη (2000), ενώ συνεργάστηκε με συνθέτες, όπως ο Μιχάλης Γρηγορίου «Ανεπίδοτα γράμματα», ο Θάνος Μικρούτσικος («Καντάτα για τη Μακρόνησο»), ο Μίμης Πλέσσας («Λουκιανού διάλογοι») και ο Διονύσης Σαββόπουλος «Αχαρνής».
Ο Σάκης Μπουλάς δεν δίστασε ποτέ να δηλώσει λάτρης του «ωραίου φύλου». Γι’ αυτό το λόγο σημείωνε πάντα με νόημα πως δεν έκανε για σύζυγος, καθώς θεωρούσε τον εαυτό του «γεννημένο εργένη». Απόδειξη το γεγονός πως ανέβηκε τα σκαλιά της εκκλησίας εις διπλούν, ωστόσο και οι δύο του γάμοι κατέληξαν σε διαζύγιο.
Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα με τον καρκίνο, αλλά δεν το έβαζε κάτω. Μέχρι και λίγες μέρες πριν από τον θάνατό του εμφανιζόταν στην «Ακτή Πειραιώς», συμμετέχοντας στη μουσική παράσταση «ΓκαΓκαΝτίν: Οι γενναίοι της νύχτας», πλάι στους Διονύση Σαββόπουλο, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και Γιάννη Ζουγανέλη. Διέκοψε τις εμφανίσεις του, όταν η υγεία του επιδεινώθηκε. Εισήχθη στο νοσοκομείο «Υγεία», όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 21 Φεβρουαρίου 2014.