Στον κλοιό των ιώσεων μέχρι τον Μάρτιο – «Δεν πρέπει κανείς να εφησυχάζει» λένε οι επιστήμονες

germania koronoios

Advertisement

Μέχρι και τις αρχές Μαρτίου, με εξάρσεις και υφέσεις, θα μας απασχολήσει το «κοκτέιλ» των αναπνευστικών λοιμώξεων που ήδη ταλαιπωρούν χιλιάδες πολίτες και δυστυχώς έχουν οδηγήσει συνανθρώπους μας στον θάνατο. Οι ειδικοί, μέσω της Realnews, απευθύνουν έκκληση στους ηλικιωμένους, αλλά και στις λοιπές ευπαθείς ομάδες, να εμβολιαστούν, τονίζοντας ότι «όσο οι ιοί κυκλοφορούν, τόσο αυξάνεται και ο κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Δεν πρέπει κανείς να εφησυχάζει».

Των Δ. ΠΑΝΑΝΟΥ, Κ. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ – ΠΗΓΗ: Realnews

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας και μέλος της Επιτροπής Εξέτασης Χορήγησης Αντιικών Φαρμάκων κατά της COVID-19, Στέλιος Λουκίδης, αναφέρει ότι ο αριθμός των κρουσμάτων γρίπης, κορωνοϊού και RSV (συγκυτιακός ιός) θα συνεχίσει να είναι αυξημένος μέχρι τις αρχές Φεβρουαρίου και θα αρχίσει να περιορίζεται από αρχές Μαρτίου. «Εκτιμώ ότι ο κορωνοϊός θα αρχίσει να κλιμακώνεται πιο γρήγορα από τη γρίπη. Αυτή την εβδομάδα έχουμε παρατηρήσει ότι υπάρχει μια μικρή αποκλιμάκωση σε σχέση με την κορύφωση των προηγούμενων ημερών. Δείχνει σαν να έχει μπει σε ένα πλατό, το οποίο σιγά σιγά θα αποκλιμακωθεί. Η γρίπη, όμως, από την άλλη, ακολουθεί τη διαδρομή του άλλου ημισφαιρίου και η κορύφωσή της θα κρατήσει για πολύ ακόμη».

Ο Στ. Λουκίδης τονίζει ότι σε αυτή τη φάση η κατάσταση στα νοσοκομεία είναι διαχειρίσιμη. «Υπάρχει μια πίεση, αλλά δεν νομίζω ότι διαφέρει σε σχέση με την αντίστοιχη εποχή το προηγούμενο έτος. Το πλεονέκτημα πλέον είναι ότι λόγω της COVID-19 έγιναν πολλές κλίνες ΜΕΘ, οπότε τα βαριά περιστατικά απορροφούνται πιο γρήγορα. Δεν περιμένουμε πλέον να αδειάσει κρεβάτι. Μέσα σε δύο με τρεις ώρες ο ασθενής έχει μεταφερθεί στη ΜΕΘ. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, γιατί λαμβάνει έγκαιρα θεραπεία και υποστηρίζεται σωστά», σημειώνει ο καθηγητής Πνευμονολογίας και, απευθυνόμενος στους συναδέλφους του, τους καλεί να είναι σε εγρήγορση και να μην καθυστερούν τη χορήγηση των απαραίτητων αντιικών φαρμάκων τόσο για την COVID-19 όσο και για τη γρίπη.

Διάρκεια

Από την πλευρά του, ο ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ και διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, Γιάννης Τούντας, σημειώνει ότι η διάρκεια της μαζικής διασποράς αυτού του «κοκτέιλ» των ιώσεων εξαρτάται από τρεις παράγοντες: «Ο ένας είναι ο καιρός. Για πόσο καιρό, δηλαδή, θα έχουμε χειμώνα και πόσο γρήγορα θα αλλάξουν οι καιρικές συνθήκες. Αρα, μιλάμε για ένα απροσδιόριστο διάστημα, που μπορεί να είναι από τα τέλη Φρεβουαρίου μέχρι τα μέσα Απριλίου. Ο δεύτερος παράγοντας είναι το πόσο θα υπάρξει προώθηση των εμβολιασμών που έχουν μείνει πολύ πίσω. Διότι ακόμα και τώρα το να εμβολιαστούν τα άτομα με το εμβόλιο της γρίπης και του κορωνοϊού σημαίνει σημαντική μείωση της έξαρσης αυτής που αντιμετωπίζουμε αυτόν τον καιρό. Ο τρίτος παράγοντας είναι το πόσο θα φροντίσουμε αυτό το διάστημα να παίρνουμε κάποια στοιχειώδη μέτρα, όπως είναι η μάσκα στους κλειστούς χώρους όπου υπάρχουν πολλά άτομα».

Ο ψυχρός καιρός, ο εμβολιασμός και η λήψη μέτρων ατομικής προστασίας θα είναι καθοριστικοί παράγοντες για την εποχική έξαρση των ιώσεων, εκτιμά ο Γ. Τούντας: «Θα έχουμε μια κορύφωση στα τέλη Ιανουαρίου μέχρι το πρώτο 15νθήμερο του Φεβρουαρίου και μετά θα ακολουθήσει σταδιακή πτώση των κρουσμάτων».

«Χάνονται ζωές»

Η εικόνα της μεγάλης διασποράς διαφορετικών ιών στην κοινότητα ανησυχεί τον Γ. Τούντα, καθώς κάθε εβδομάδα χάνονται ανθρώπινες ζωές «που θα μπορούσαν να είχαν σωθεί, αν είχαμε φροντίσει καλύτερα τον εμβολιασμό και παίρναμε τα μέτρα μας. Είχαμε περισσότερο στον νου ότι δεν έχουμε ξεμπερδέψει με τον κορωνοϊό».

Σύμφωνα με τον ίδιο, όσο δίνουμε την ευκαιρία στους ιούς να μεταδίδονται, τόσο θα διευκολύνουμε τις μεταλλάξεις. Αυτό είναι κατανοητό, αν σκεφτεί κανείς ότι το στέλεχος του κορωνοϊού που προκαλεί το τελευταίο διάστημα σωρεία κρουσμάτων αποτελεί νέα μετάλλαξη που δεν υπήρχε πριν. «Οι μεταλλάξεις είναι στο πρόγραμμα. Είναι πιο πιθανό να δούμε ότι γίνονται πιο μεταδοτικές, παρά πιο τοξικές. Και αυτό γιατί όσο πιο τοξική είναι μια μετάλλαξη, τόσο περισσότερο εξοντώνει αυτούς που μολύνει και δεν έχει περαιτέρω ευκαιρία να μεταδοθεί. Γι’ αυτόν τον λόγο βλέπουμε τις μεταλλάξεις να μην είναι τόσο τοξικές, αλλά πολύ μεταδοτικές», επισημαίνει ο Γ. Τούντας. Αυτό δεν πρέπει, ωστόσο, να είναι λόγος εφησυχασμού, σχολιάζει ο ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ.

Advertisement

Δείτε επίσης

Advertisement

ADVERTISEMENT​

Advertisement

Advertisement