Αποχαιρετούμε όλοι με σεβασμό και ευγνωμοσύνη τον Μίμη Παπαϊωάννου, έναν από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές που δρασκέλισε τα Ελληνικά και Ευρωπαϊκά γήπεδα. Όλοι… Διασυλλογικά. Με σεβασμό γιατί τον κέρδισε με τη στάση ζωής του. Με ευγνωμοσύνη γιατί πρόσφερε απροσμέτρητα στο χώρο που διακόνισε – το ποδόσφαιρο, το οποίο στις εποχές κατά τις οποίες μεγαλούργησε βρισκόταν σε εμβρυακή κατάσταση στην Ελλάδα κι εκείνος, το ανέβασε σκαλοπάτι, επίπεδο συμβάλλοντας τα μέγιστα στην ενηλικίωση του. Ήταν παίκτης – σύμβολο της Α. Ε.Κ. αλλά υπήρξε ποδοσφαιριστής με διασυλλογική αναγνώριση. Ήταν Έλληνας ποδοσφαιριστής αλλά το ταλέντο του, τον έκανε παγκόσμιο. Ήταν βλαστάρι της προσφυγιάς, ως γιος προσφύγων από τον μαρτυρικό Πόντο και τη ρίζα του δεν την παραμέρισε ποτέ από την ψυχή και τη σκέψη του, αν κι ο ίδιος είχε δει για πρώτη φορά το φως του ήλιου στην Νέα Νικομήδεια Ημαθίας, ένα χωριό περίπου 11 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Βέροιας. Τραγούδησε στο πλάι του Στέλιου Καζαντζίδη για τον Ελληνισμό της διασποράς, πήρε το παγκόσμιο κύπελλο ενόπλων με την Εθνική Ελλάδος το 1962 και το 1963.
Η στάση ζωής του τον κατέστησε προσωπικότητα, η προσφορά του τον κατέστησε σύμβολο. Αυτόν τον κορυφαίο Έλληνα που έφτασε στην κορυφή, μέσα από την απλότητα του, αποχαιρετούμε, ως φίλοι του ποδοσφαίρου με θαυμασμό για έναν άνθρωπο που έφτασε στην κορυφή με εφαλτήριο το πάθος, την πίστη και τη θέληση του.
NFN